ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΣ


ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΦΩΣ

Δανείζομαι από τη φυσική αυτόν τον όρο για να φωτίσω περισσότερο, έστω και με τη μέθοδο της αντανάκλασης του φωτός, ένα θέμα που ίσως και να μη χρειαζόταν περισσότερο φως, αφού σύμφωνα με τη δική μου εκτίμηση είναι πιο φωτεινό από τον ήλιο. Πριν από δέκα χρόνια όταν έγραφα το βιβλίο για τις βούτες δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος να επικεντρώσω το ενδιαφέρον μου, στο να αποδείξω την προέλευση της βούτας, γιατί αυτό δεν είναι κύριος στόχος του βιβλίου, αλλά και γιατί όλες οι μαρτυρίες των πολύ παλιών περιστεράδων, που είχα την τιμή και την τύχη να γνωρίσω, ήταν συγκλίνουσες και δεν άφηναν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την τούρκικη προέλευση της βούτας.

Φαίνεται όμως ότι η πάροδος του χρόνου δεν έχει επιδράσει μόνο στο να χάσει η βούτα αρκετά από τα βασικά χαρακτηριστικά της, αλλά έχει συντελέσει αισθητά και στην παρέκκλιση από κάποια στοιχεία που ποτέ στο παρελθόν δεν αμφισβητήθηκαν από κανέναν. Αισθάνομαι λοιπόν την ανάγκη μέσω αυτής της ιστοσελίδας να φωτίσω περισσότερο μερικά στοιχεία που περιέχονται στο βιβλίο, έτσι ώστε με δεδομένη την καλή πίστη των αναγνωστών να αρθεί κάθε αμφισβήτηση.
Στη σελίδα 84 του βιβλίου αναφέρομαι σε κάποιον ογδοντάχρονο, το γέρο – Μηνά, που γνώρισα το 1950 σε ηλικία 13 ετών στη Νίκαια, στην ταβέρνα του Βαγγέλη του Αούτου, πιο κάτω από τη λεωφόρο Κυδωνιών. Εκεί ήταν το στέκι όλων των περιστεράδων της Νίκαιας και όχι μόνο.

Αυτός λοιπόν ο ογδοντάχρονος από τη Θεσσαλία, κάτοικος Γαλατσίου Αθηνών είχε γεννηθεί το 1870 και όπως έλεγε ο ίδιος είχε ουτζίδικα από 15 χρόνων παιδί, που τα είχαν αποκτήσει συγγενικά του πρόσωπα στο Καζακλάρι Τιρνάβου από τους Τούρκους.
Ένας άλλος πολύ παλιός περιστεράς ο μπάρμπα – Αργύρης Καρακούλας, ο Κοζανίτης, σχεδόν συνομήλικος με τον προηγούμενο, μιλούσε με μεγάλο θαυμασμό για τα ουτζίδικα κάποιου Αραβάνη στην Κοζάνη που εκείνος τον αποκαλούσε γέρο επειδή ήταν πολύ μεγαλύτερός του, έλεγε ότι τα είχε από τους Τούρκους και διηγείτο με θαυμασμό, ότι πετούσαν όση ώρα η παρέα έπινε τσίπουρο κάτω από μια τεράστια αγριομουριά. Υπάρχουν πάμπολλες παρόμοιες μαρτυρίες που θα μπορούσαν να αναφερθούν αν υπήρχε επαρκής χώρος. Εκείνα τα χρόνια ήταν συνηθισμένο το ερώτημα : « έχεις τούρκικα ουτζίδικα περιστέρια;».

Αν λάβουμε υπόψη ότι η απελευθέρωση της ηπειρωτικής Ελλάδας δεν έγινε σε μία φάση αφού η Θεσσαλία και η Ήπειρος ελευθερώθηκαν μετά το 1897, μπορεί να αντιληφθεί κανείς ότι οι περιστεράδες που αναφέρω πιο πάνω είχαν ουτζίδικα ενώ διαρκούσε ακόμη η Τουρκοκρατία. Δεν μπορεί λοιπόν να παραβλέψει κανείς τις μαρτυρίες αυτών των ανθρώπων, που κάλλιστα θα μπορούσε οποιοσδήποτε να τους παρομοιάσει με αξιόπιστους αυτόπτες μάρτυρες γεγονότων, και να δεχθεί καινοφανείς απόψεις ανθρώπων που ψάχνουν να βρουν επιχειρήματα για να στηρίξουν μια «Ελληναράδικη» τοπικιστική νοοτροπία.

Ένα άλλο στοιχείο που συνηγορεί στην τούρκικη προέλευση της βούτας είναι, ότι για καμία άλλη ράτσα περιστεριών σε όλο τον κόσμο δεν υπάρχει ορολογία, ονοματολογία και ιδιωματικές εκφράσεις που να προέρχονται από την τούρκικη γλώσσα σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν.Κάθε άνθρωπος με κοινή λογική σκέπτεται ότι αν τα περιστέρια αυτά υπήρχαν στη χώρα μας πριν από την τουρκοκρατία, ασφαλώς θα είχε διαμορφωθεί και το ανάλογο ελληνικό λεξιλόγιο, με το οποίο συνεννοούνται οι περιστεράδες μεταξύ τους και δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι με τον ερχομό των Τούρκων, οι περήφανοι Τιρναβίτες, Λαρισαίοι ή Κοζανίτες, θα φρόντιζαν να αντικαταστήσουν το ελληνικό λεξιλόγιο με τούρκικο, μέχρι και τη βασική ονομασία σε «ουτζίδικα» αντί «βούτες», που κανένας από τους πολύ παλιούς περιστεράδες δεν τη χρησιμοποιούσε.

Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιοι που έχουν αντίθετη, άποψη επικαλούνται ξένους συγγραφείς που έχουν ελάχιστη γνώση για τη βούτα και τη συγχέουν με άλλες παρεμφερείς ράτσες περιστεριών που πετάνε ψηλά αλλά δεν πέφτουν.
Άλλοι πάλι που δεν έχουν στα χέρια τους κανένα στοιχείο για να υποστηρίξουν την αντίθετη άποψή τους, ανατρέχουν σε συγγράμματα αρχαίων συγγραφέων και συλλέγουν λέξεις, φράσεις ή περικοπές και τις χρησιμοποιούν με απίθανη διασταλτική ερμηνεία για να στηρίξουν τις απόψεις τους. Είναι καλοδεχούμενη κάθε καλόπιστη κριτική που γίνεται με κόσμιο τρόπο και επαινετή κάθε προσπάθεια έρευνας για τις βούτες αρκεί να γίνεται με επιστημονικότητα και όχι με αυθαίρετες διασταλτικές ερμηνείες, για να περιλάβουν τις δογματικές απόψεις εκείνου που ερευνά, γιατί όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο επαληθεύει το σοφό γνωμικό που λέει ότι «αν συρράψουμε περικοπές του Ευαγγελίου θα βγάλουμε το Χριστό αντίχριστο».

Αν παρά τα όσα γράφονται σ’ αυτό το δοκίμιο εξακολουθήσουν κάποιοι να διαφωνούν, ισχυριζόμενοι ότι τα επιχειρήματα αυτά δεν έχουν σημασία, θέλω να τους διαβεβαιώσω ότι σέβομαι και αναγνωρίζω το δικαίωμά τους να διαφωνούν, αλλά είναι υποχρεωμένοι να αποδείξουν με πειστικά στοιχεία την άποψή τους και εγώ θα είμαι πρόθυμος να αναγνωρίσω το δίκιο τους, γνωρίζοντας ότι πολλά από αυτά που έχουν γραφτεί μέχρι σήμερα σε διάφορους τομείς της ζωής συχνά αναθεωρούνται όταν προκύπτουν νεότερα στοιχεία επαρκώς αιτιολογημένα, διαφορετικά πρέπει να γνωρίζουν ότι εκούσια ή ακούσια παραβιάζουν κατάφορα την ορθοφρονούσα λογική του ανθρώπου και θα είναι ασφαλώς εκτεθειμένοι.





 
 




<<Για να γίνεις επιστήμονας – γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός - πρέπει να σπουδάσεις πέντε χρόνια και να ασκήσεις το επάγγελμα άλλα τόσα.
Για να μάθεις όμως τις Βούτες δέκα χρόνια είναι λίγα>>.

 
  ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΠΡΑΙΟΣ 2009 | Τηλ.: 210 5028- 231 – 6977692957 – web site: www.voutes.gr